Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnettatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [nettaˈtura] 1 καθαρισμός 2 καθάρισμα 3 ξεμαγάρισμα 4 λαμπικάρισμα 5 ξεβρόμισμα 6 ξελάσπωμα 7 ξαράχνιασμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |