Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnèsto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈnɛsto] 1 μπόλι 2 μόσχευμα 3 κεντρί (δέντρου) 4 μπόλι φυτού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |