mòle
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈmɔle]
1 μέγεθος
2 όγκος
3 διαστάσεις
4 γραμμομόριο
5 αναλογίες
6 μπούγιο
7 συμπαγής δομή
8 μαυσωλείο
9 μάζα
10 σώμα μεγάλο
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈmɔle]
1 μέγεθος
2 όγκος
3 διαστάσεις
4 γραμμομόριο
5 αναλογίες
6 μπούγιο
7 συμπαγής δομή
8 μαυσωλείο
9 μάζα
10 σώμα μεγάλο
permalink
mole (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android