Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmiglioràre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [miʎʎoˈrare] 1 προοδεύω 2 αναρρώνω 3 γίνομαι καλύτερος 4 βελτιώνομαι 5 έχω βελτίωση miglioràre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [miʎʎoˈrare] καλυτερεύω migliorarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [miʎʎoˈrarsi] 1 προοδεύω 2 βελτιώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |