Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


mezzàno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [medˈdzano]

1 προαγωγός
2 ρουφιάνος
3 νταβατζής
4 πεζεβέγκης
5 μεσίτης
6 μεσάζων
7 μαστροπός
8 ενδιάμεσος

mezzàno  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [medˈdzano]

1 μέτριος
2 ενδιάμεσος
3 μεσιανός
4 μεσαίος
5 μέσος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  mezzanino mezzanotte  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mezzana (θηλ.ουσ)
mezzanave (θηλ.ουσ)
mezzanella (θηλ.ουσ)
mezzania (θηλ.ουσ)
mezzanino (ουσ αρσ )
mezzano (ουσ αρσ )
mezzano (επίθ.)
mezzanotte (θηλ.ουσ)
mezzaquaresima (θηλ.ουσ)
mezzatela (θηλ.ουσ)
mezzatinta (θηλ.ουσ)
mezzena (θηλ.ουσ)
mezzeria (θηλ.ουσ)
mezzetta (θηλ.ουσ)
mezzina (θηλ.ουσ)
mezzo (ουσ αρσ )
mezzo (επίθ.)
mezzo (επίρ.)
mezzobusto (ουσ αρσ )
mezzodì (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---