Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmezzatìnta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,mɛddzaˈtinta] 1 χρώμα που αλλάζει άλλο χρώμα 2 ενδιάμεση χροιά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |