Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmezzanìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [meddzaˈnino] 1 όροφος μεταξύ ισογείου και πρώτου ορόφου 2 ημιώροφος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |