Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmesotòrio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,mɛzoˈtɔrjo] 1 ισότοπο ακτινίου (μεσοθώριο 2) 2 ισότοπο ραδίου (μεσοθώριο 1) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |