Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


méssa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈmessa]

η λειτουργία


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  mesozoico messaggeria  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


messa [θηλ.] in piega = το χτένισμα


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

mesotermo (επίθ.)
mesotorace (ουσ αρσ )
mesotorio (ουσ αρσ )
mesozoico (ουσ αρσ )
mesozoico (επίθ.)
messa (θηλ.ουσ)
messaggeria (θηλ.ουσ)
messaggero (αρσ. επίθ και ουσ)
messaggio (ουσ αρσ )
messale (αρσ. επίθ και ουσ)
messe (θηλ.ουσ)
messere (ουσ αρσ )
messia (ουσ αρσ )
messianicità (θηλ.ουσ)
messianico (επίθ.)
messianismo (ουσ αρσ )
messicano (ουσ αρσ )
messicano (επίθ.)
Messico (ουσ αρσ )
messidoro (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---