Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmandànte
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [manˈdante] 1 εντολοδότης 2 εντολέας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |