Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόlùdico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈludiko] 1 εκφραστικός χιουμοριστικής αλλά άσκοπης άποψης 2 πλακατζίδικος 3 αστείος 4 γελοίος 5 καλαμπουρτζίδικος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |