Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόirrestringìbile
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [irrestrinˈʤibile] 1 που δεν συστέλλεται 2 που δεν μαζεύει 3 ασμίκρυντος 4 που δεν μπαίνει permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |