Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόipodèrma
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ipoˈdɛrma] 1 χόριο 2 υπόδερμα 3 υποδερμίς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |