Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintuizióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [intuitˈtsjone] 1 νόηση 2 διόραση 3 αντίληψη 4 ενόραση 5 διαίσθηση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |