Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinterpùngere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [interˈpunʤere] 1 διακόπτω κατά διαστήματα 2 βάζω σημεία στίξης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |