Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinteressànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [interesˈsante] αξιόλογος (-η, -ο), ενδιαφέρων (-ουσα, -ον) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαessere in stato interessante = είμαι σ' ενδιαφέρουσα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |