Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόìnfimo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈinfimo] ταπεινός άνθρωπος ìnfimo επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ˈinfimo] 1 ελάχιστος 2 κατώτατος 3 έσχατος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |