Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόincommerciabilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [inkommerʧabiliˈta] 1 μη εμπορευσιμότητα 2 αδυναμία πώλησης προὶόντος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |