Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinasprìto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [inasˈprito] 1 κακοδιάθετος 2 κακόθυμος 3 πικραμένος 4 στενοχωρημένος 5 εξοργισμένος 6 χολιασμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |