Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόilluminàbile
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [illumiˈnabile] 1 διελευκάνσιμος 2 που μπορεί να φωτιστεί ή να διαφωτιστεί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |