Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόidratànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [idraˈtante] υδατικός (-ή, -ό) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcrema [θηλ.] idratante = η υδατική κρέμα Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |