Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόguardafìli
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,gwardaˈfili] 1 επισκευαστής γραμμών ηλεκτρικού 2 επισκευαστής γραμμών τηλεφώνου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |