Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiùbilo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈʤubilo] 1 πανηγυρισμός 2 θριαμβολογία 3 αγαλλίαση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |