Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgiubbòtto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ʤubˈbɔtto] το αμπέχονο, το μπουφάν permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαgiubbotto [αρσ.] di salvataggio = το σωσίβιο || giubbotto [αρσ.] salvagente = το σωσίβιο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |