ItalianoGreco


giornàle  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [ʤorˈnale]

η εφημερίδα


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


giornale [αρσ.] radio = το ραδιοφωνικό δελτίο, τα ραδιοφονικά νέα



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---