ItalianoGreco


gimcàna  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ʤimˈkana]

αγώνες δεξιοτεχνίας αυτοκινήτων (χρησιμοποίησε καλύτερα το gincana)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---