Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgàzza
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈgaddza] 1 καρακάξα Pica pica 2 φλύαρος 3 κουτσομπόλης 4 κίσσα γένους pica permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |