Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόgavitèllo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [gaviˈtɛllo] 1 σημαντήρας 2 σημαντήρ 3 ναύδετο 4 τσαμαδούρα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |