Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


gabbamóndo  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [,gabbaˈmondo]

1 κομπιναδόρος
2 αεριτζής
3 θεομπαίχτης
4 λωποδύτης
5 καλπουζάνης
6 απατεώνας


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  gabardine gabbana  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

fustino (ουσ αρσ )
fusto (ουσ αρσ )
futuro (ουσ αρσ )
futuro (επίθ.)
gabardine (ουσ αρσ και θηλ.)
gabbamondo (ουσ αρσ και θηλ.)
gabbana (θηλ.ουσ)
gabbanella (θηλ.ουσ)
gabbano (ουσ αρσ )
gabbare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
gabbarsi (ρ.μ. (αντων.))
gabbatore (αρσ. επίθ και ουσ)
gabbia (θηλ.ουσ)
gabbiano (ουσ αρσ )
gabbiata (θηλ.ουσ)
gabbiere (ουσ αρσ )
gabbione (ουσ αρσ )
gabbo (ουσ αρσ )
gabbro (ουσ αρσ )
gabella (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---