ItalianoGreco


frónte  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈfronte]

το μέτωπο

frónte  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈfronte]

το μέτωπο


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


di fronte = απέναντι (από)



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---