Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


frastuòno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [frasˈtwɔno]

1 πλαταγή
2 θόρυβος
3 πάταγος
4 πανδαιμόνιο
5 ντόρος
6 ψόφος
7 κρότος
8 βρόντος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  frastornato frate  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

frastagliatura (θηλ.ουσ)
frastaglio (ουσ αρσ )
frastornante (επίθ.)
frastornare (ρ. μτβ.)
frastornato (επίθ.)
frastuono (ουσ αρσ )
frate (ουσ αρσ )
fratellanza (θηλ.ουσ)
fratellastro (ουσ αρσ )
fratello (ουσ αρσ )
frateria (θηλ.ουσ)
fraternale (επίθ.)
fraternamente (επίρ.)
fraternare (ρ. μτβ.)
fraternita (θηλ.ουσ)
fraternizzare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
fraternizzazione (θηλ.ουσ)
fraterno (επίθ.)
fratesco (επίθ.)
fratina (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---