Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfrastagliàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [frastaʎˈʎato] 1 οδοντωτός 2 ακανόνιστος (σε επιφάνεια) 3 με ανώμαλες επιφάνειες 4 πριονωτός 5 τριμμένος 6 τραχύς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |