Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfòrgia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈfɔrʤa] 1 σιδηρομεταλλουργία 2 σιδηρουργείο 3 σιδεράδικο 4 σιδηρουργία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |