Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfondùta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [fonˈduta] 1 λιωμένο τυρί με κρέμα και αυγά 2 σάλτσα από λιωμένο τυρί σε κρασί permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |