Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfonocamptica
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,fɔnoˈkamptika] κλάδος της ακουστικής που μελετά τις ανακλάσεις του ήχου permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |