Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόflagrànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [flaˈgrante] αυτόφωρος (-η, -ο) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcogliere in flagrante = συλλαμβάνω επ' αυτοφώρω Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |