Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfascicolàre
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [faʃʃikoˈlare] 1 δεσμικός 2 κατά δέσμες 3 δεσμιδωτός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |