Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfarmacìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [farmaˈʧia] το φαρμακείο permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαfarmacia di turno = το εφημερεύον φραμακείο Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |