Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfarisaìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [farizaˈizmo] 1 υποκρισία 2 ταρτουφισμός 3 φαρισαὶσμός 4 δολιότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |