Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfalcóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [falˈkone] 1 βίντσι 2 γεράκι κυνηγετικό 3 γερανός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |