Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόfacoltatìvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [fakoltaˈtivo] προαιρετικός (-ή, -ό) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαfermata [θηλ.] facoltativa = η στάση με ειδοποίηση Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |