Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


extraterrèstre  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ekstraterˈrɛstre]

ο εξωγήινος (-η)

extraterrèstre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ekstraterˈrɛstre]

εξωγήινος (-η, -ο)


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  extrasolare extraterritoriale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

extraparlamentare (επίθ.)
extrasensoriale (επίθ.)
extrasistole (θηλ.ουσ)
extrasistolico (επίθ.)
extrasolare (επίθ.)
extraterrestre (ουσ αρσ και θηλ.)
extraterrestre (επίθ.)
extraterritoriale (επίθ.)
extraterritorialità (θηλ.ουσ)
extraurbano (επίθ.)
extrauterino (επίθ.)
eziologia (θηλ.ουσ)
eziologico (επίθ.)
fa (ουσ αρσ )
fa (επίρ.)
fabbisogno (ουσ αρσ )
fabbrica (θηλ.ουσ)
fabbricabile (επίθ.)
fabbricante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
fabbricare (ρ. μτβ. και αμετβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---