Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


extraparlamentàre  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ekstraparlamenˈtare]

εξωκοινοβουλευτικός παράγοντας

extraparlamentàre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ekstraparlamenˈtare]

εξωκοινοβουλευτικός


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  extranucleare extrasensoriale  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

extraeuropeo (επίθ.)
extragalattico (επίθ.)
extragiudiziale (επίθ.)
extralegale (επίθ.)
extranucleare (επίθ.)
extraparlamentare (ουσ αρσ και θηλ.)
extraparlamentare (επίθ.)
extrasensoriale (επίθ.)
extrasistole (θηλ.ουσ)
extrasistolico (επίθ.)
extrasolare (επίθ.)
extraterrestre (ουσ αρσ και θηλ.)
extraterrestre (επίθ.)
extraterritoriale (επίθ.)
extraterritorialità (θηλ.ουσ)
extraurbano (επίθ.)
extrauterino (επίθ.)
eziologia (θηλ.ουσ)
eziologico (επίθ.)
fa (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---