Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόespùlso
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [esˈpulso] 1 εκβληθείς 2 απωθημένος 3 αποβληθείς permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |