Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόesasperàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ezaspeˈrare] εκνευρίζω esasperarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [ezaspeˈrarsi] 1 εξοργίζομαι 2 ερεθίζομαι 3 οργίζομαι 4 εξαγριώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |