Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόerètto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [eˈrɛtto] 1 ανυψωμένος 2 σηκωμένος 3 στητός 4 όρθιος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |