ItalianoGreco


digitàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [diʤiˈtato]

1 που δείχνει τις θέσεις των δακτύλων (σε παρτιτούρες για έγχορδα όργανα)
2 δακτυλωτός
3 έχων ψηφία
4 δακτυλιοειδής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---