Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdevòlvere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [deˈvɔlvere] 1 αναθέτω (καθήκοντα) 2 μεταβιβάζω 3 δίνω δουλειά σε άλλους permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |