Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


denunziàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [denunˈtsjare]

1 κατηγορώ
2 καταγγέλλω
3 φανερώνω
4 αποκαλύπτω
5 διακηρύσσω
6 δηλώνω
7 αναγγέλλω
8 κηρύσσω
9 ανακοινώνω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  denunzia denunziatore  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

denudazione (θηλ.ουσ)
denuncia (θηλ.ουσ)
denunciare (ρ. μτβ.)
denunciatore (αρσ. επίθ και ουσ)
denunzia (θηλ.ουσ)
denunziare (ρ. μτβ.)
denunziatore (αρσ. επίθ και ουσ)
denutrito (επίθ.)
denutrizione (θηλ.ουσ)
deodara (θηλ.ουσ)
deodorante (ουσ αρσ )
deodorante (επίθ.)
deodorare (ρ. μτβ.)
deodorizzazione (θηλ.ουσ)
deontologia (θηλ.ουσ)
deontologico (επίθ.)
deossiribonucleico (επίθ.)
deossiribonucleoproteina (θηλ.ουσ)
deostruire (ρ. μτβ.)
deparaffinare (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---