Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdemolitóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [demoliˈtore] 1 καταστρέφων 2 καταστροφέας 3 κατεδαφιστής demolitóre επίθετο Προσφορά I.P.A.: [demoliˈtore] 1 εξολοθρευτικός 2 καταστροφικός 3 αφανιστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |